Συνέντευξη εφ΄ όλης της ύλης παραχώρησε στην ιστοσελίδα μας ο προπονητής ποδοσφαίρου κ. Ρομπέρτο Μπολάνο.
Ο Ρομπέρτο Μπολάνο είναι γεννημένος το 1971 και πλέον είναι προπονητής στο Θιναλιακό. Έγραψε ιστορία στη δεκαετία του '90 αγωνιζόμενος με τη φανέλα του ΑΟ Κέρκυρα σε Γ΄ και Δ΄ Εθνική, ακολούθησε η σημαντική παρουσία του στα ελληνικά γήπεδα με Ολυμπιακό Βόλου (1998-2002, Β΄Εθνική), Εθνικό Αστέρα (2002, Β΄ Εθνική), επιστροφή στον ΑΟ Κέρκυρα (2003, Β΄Εθνική) και Νίκη Βόλου (2003-04 Β΄Εθνική), εν και έκλεισε την καριέρα του στην Κέρκυρα αγωνιζόμενος κατά σειρά σε ΑΕ Φαιάκων, Κρόνο Αργυράδων και Βολίδα. Από το 2007 έως το 2009 ήταν προπονητής - παίκτης στη Βολίδα, με την οποία κατέκτησε το κύπελλο Κέρκυρας, το σούπερ καπ Κέρκυρας και φυσικά το κύπελλο Ελλάδος ερασιτεχνών την περίοδο 2008-09.
Το 2009 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση και ανέλαβε αποκλειστικά χρέη προπονητή στη Βολίδα, κατακτώντας το Σούπερ Καπ και το κύπελλο Κέρκυρας τη σεζόν 2009-10. Το 2011 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του ΑΟ Κασσιώπης. Στην πρώτη του χρονιά στον πάγκο της ομάδας της Κασσιώπης κατέκτησε το πρωτάθλημα στη Δ΄ Εθνική και το κύπελλο Κέρκυρας, ενώ τη σεζόν 2012-13 κατάφερε να πετύχει με τον ΑΟ Κασσιώπης την άνοδο από τη Γ΄ στη Β΄ Εθνική. Τον Δεκέμβριο του 2013 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της ΑΕ Ερμιονίδας και κατέκτησε το πρωτάθλημα στη Γ΄ Εθνική κατηγορία τη σεζόν 2013-14. Παρέμεινε στον πάγκο της Ερμιονίδας και στη Football League έως τον Ιανουάριο του 2015, ενώ επέστρεψε τον Απρίλιο του ίδιου έτους και αποχώρησε μετά τη λήξη της αγωνιστικής περιόδου. Έπειτα είχε ένα πέρασμα από τον πάγκο του Παναργειακού (Οκτ. 2015 - Φεβ. 2016), με τον οποίον αναδείχθηκε κυπελλούχος Αργολίδας. Τη σεζόν 2017-18 ήταν προπονητής στον Κρόνο Αργυράδων (Α1΄ΕΠΣΚ) και αναδείχθηκε πρωταθλητής Κέρκυρας. Από το Δεκέμβριο του 2018 έως το 2019 ήταν προπονητής της ΑΕ Λευκίμμης (Γ΄ Εθνική), ενώ την αγωνιστική περίοδο 2019-20 είχε ένα σύντομο πέρασμα από τον πάγκο του ΑΟΚ Κασσιώπης (Β΄ Εθνικής).
Πώς πρoέκυψε η συνεργασία σας με το Θιναλιακό;
Με πλησίασαν ο κ. Ανεμογιάννης και ο κ. Πουλιάσης, με τους οποίους μιλήσαμε και μου ανέπτυξαν ένα πλάνο. Αρχικά, τους είπα να μου δώσουν λίγο χρόνο έτσι ώστε να σκεφτώ την πρότασή τους, καθώς δεν είχα στο μυαλό μου να ασχοληθώ με το τοπικό ποδόσφαιρο, είχα μείνει λίγο εκτός ποδοσφαίρου συνειδητά. Ο τρόπος που μου μιλήσανε μου έδωσε ένα ερέθισμα και για το λόγο αυτό και δέχτηκα να συνεργαστώ και με την ομάδα του Θιναλιακού.
Πώς είναι η προσαρμογή σας στον πάγκο μετά από δύο χρόνια αποχής;
Όλοι μας στη ζωή θέτουμε κάποιες προτεραιότητες. Η αποχή μου ήταν συνειδητή, όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν παρακολουθούσα τις εξελίξεις στο χώρο του ποδοσφαίρου. Πλέον, μένω μόνιμα στην Κέρκυρα με την οικογένεια μου, στην οποία δίνω και προτεραιότητα.
Ποιοι οι στόχοι σας τη φετινή σεζόν με την ομάδα του Θιναλιακού;
Oι στόχοι της ομάδας έχουν μπει από την αρχή της σεζόν, εγώ πήγα στην ομάδα βάση της συνομιλίας που είχα με τους κυρίους Ανεμογιάννη και Πουλιάση. Δεν πήγα μόνο για τρεις μήνες επειδή η ομάδα έχει στόχο τον πρωταθλητισμό - ο οποίος βέβαια μου αρέσει και αν δεν υπάρχει αυτός ο στόχος εγώ δεν δουλεύω σε μία ομάδα- αλλά επειδή υπάρχει ένα πλάνο μακροπρόθεσμο.
Είναι μόλις η δεύτερη παρουσία σας ως προπονητής στο τοπικό πρωτάθλημα της Κέρκυρας. Είναι εύκολο για έναν προπονητή που στο μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του έχει θητεύσει στις εθνικές ή τις επαγγελματικές κατηγορίες, να προσαρμοστεί στο τοπικό;
Είναι λίγο δύσκολο γιατί τα παιδιά είναι ερασιτέχνες. Οι κανόνες του ποδοσφαίρου δεν αλλάζουν είτε ερασιτεχνικό είτε επαγγελματικό είναι το ίδιο. Η αγάπη που έχουν αυτοί οι άνθρωποι για την ομάδα τους είναι και ο κύριος λόγος που δε θα με κάνει να συμβιβαστώ. Θα προσπαθήσω να βοηθήσω τα παιδιά αλλά και όλη την ομάδα να μπουν σε ένα άλλο τρόπο λειτουργίας.
Ποια η πρώτη εντύπωση σας από την ομάδα του Θιναλιακού;
Αν και είναι νωρίς ακόμα βλέπω μία ομάδα που είναι σαν οικογένεια και έχει ποιότητα που θα ζήλευαν ακόμη και επαγγελματικές ομάδες.
Έχετε εικόνα που αγωνίζεται η ομάδα σας;
Τα τελευταία δύο χρόνια που απείχα από την προπονητική δεν έχω παρακολουθήσει κανέναν αγώνα του τοπικού, δεν έχω καθόλου εικόνα, θα προσπαθήσω με τις πληροφορίες που θα μαζέψω να πορευτώ. Βέβαια, θα εστιάσω πρωτίστως την προσοχή και τις γνώσεις που έχω πάνω στην ομάδα μου.
Ποιες διαφορές εντοπίζεται στο επαγγελματικό με το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο;
To επαγγελματικό, το λέει και η ίδια η λέξη, είναι το επάγγελμα του κάθε ποδοσφαιριστή. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι συνεπής σε όλες τις υποχρεώσεις του. Για παράδειγμα ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής πρέπει να είναι τουλάχιστον 45 λεπτά πριν την έναρξη της προπόνησης στα αποδυτήρια της ομάδας. Ο ερασιτέχνης έχει άλλη βασική δουλειά, οι προπονήσεις δεν είναι κάθε μέρα αλλά 2-3 φορές την εβδομάδα, ενώ ένας επαγγελματίας μπορεί να κάνει ακόμη και δύο προπονήσεις σε μία μέρα. Με λίγα λόγια σε έναν επαγγελματία ποδοσφαιριστή περιστρέφεται όλη η ζωή γύρω από το ποδόσφαιρο, ενώ ένας ερασιτέχνης έχει και άλλα πράγματα να σκεφτεί.
Είστε ένας προπονητής που έχει κατακτήσει συνολικά δέκα τίτλους, πόσο δύσκολο είναι αυτό για έναν προπονητή;
H προπονητική μου άρεσε από όταν ήμουν μικρός. Όταν ήμουν ποδοσφαιριστής μελετούσα την κάθε προπόνηση που κάναμε. Όταν μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία να ασχοληθώ με την προπονητική, ξεκίνησα επειδή μου άρεσε. Δεν το κάνω για τους τίτλους, μου αρέσει να «ψάχνομαι» και να πρωταγωνιστώ, αυτός είναι ο στόχος μου α μελετάω και να γίνομαι κάθε μέρα και καλύτερος.
Γυρνάμε το χρόνο πίσω. Από το 1991 έως το 1998 αγωνιστήκατε με τη φανέλα του ΑΟ Κέρκυρα, με την οποία «αφήσατε εποχή» στο κερκυραϊκό ποδόσφαιρο. Πείτε μας ένα σχόλιο για αυτή την πορεία;
Ήταν και καλά και κακά χρόνια. Όταν πρωτοήρθα πήραμε πρωτάθλημα στη Δ΄ Εθνική, ανεβήκαμε στη Γ΄ η οποία ήταν επαγγελματική, πέσαμε στη Δ΄ και ξανανεβήκαμε στη Γ΄. Εκείνα τα χρόνια υπήρχε περισσότερο συναίσθημα, αγάπη για το ποδόσφαιρο. Ο κόσμος ακολουθούσε την ομάδα. Εγώ πέρασα ωραία αυτά τα χρόνια και στην Κέρκυρα, στην οποία ανδρώθηκα ποδοσφαιρικά. Σαν ποδοσφαιριστής έχεις την ευθύνη μόνο του εαυτού σου, ενώ σαν προπονητής όλης της ομάδας.
Στη συνέχεια αγωνιστήκατε σε τρία ιστορικά σωματεία του ελληνικού αθλητισμού, τον Ολυμπιακό Βόλου, τον Εθνικό Αστέρα και τη Νίκη Βόλου. Πώς ήταν η παρουσία σας εκεί;
Εκεί που δεν το ευχαριστήθηκα πολύ ήταν στον Εθνικό Αστέρα. Πέτυχα σε μία μεταβατική περίοδο, η ομάδα μόλις είχε πέσει από την Α΄ στη Β΄ Εθνική, προσπάθησε να κάνει πρωταθλητισμό, δεν τα κατάφερε. Την επόμενη χρονιά επέστρεψα στον ΑΟ Κέρκυρα και κατόπιν πήγα στη Νίκη Βόλου, όπου μπορώ να πω ότι ήταν μία από τις καλύτερες μου χρονιές στη Β΄ Εθνική.
Στη συνέχεια επιστρέψατε στην Κέρκυρα όπου και ολοκληρώσατε την ποδοσφαιρική σας καριέρα...
Ναι, αγωνίστηκα μία χρονιά στην ΑΕ Φαιάκων, μετά στον Κρόνο Αργυράδων και έκλεισα την καριέρα μου στη Βολίδα, που έκει βίωσα ότι δεν κατάφερα στην αρχή της καριέρας μου, όταν το 1992 με τον ΑΟ Κέρκυρα ηττηθήκαμε στον τελικό κυπέλλου Ελλάδος ερασιτεχνών, στα πέναλτι από την Ασπίδα Ξάνθης, η τύχη τα έφερε έτσι ώστε να κλείσω την καριέρα μου έχοντας κατακτήσει το κύπελλο Ελλάδος ερασιτεχνών με την ομάδα της Βολίδας, με την οποία συνάμα ξεκίνησα και την προπονητική μου καριέρα. Νιώθω τυχερός που ξεκίνησα από αυτή την ομάδα, καθώς τόσο οι ποδοσφαιριστές όσο και η διοίκηση είχαν αγάπη για το ποδόσφαιρο. Είμαι περήφανος για ότι πετύχαμε.
Στη Βολίδα σταματήσατε την ποδοσφαιρική σας καριέρα και παράλληλα ξεκινήσατε την προπονητική. Πώς ήταν η εμπειρία σας αυτή;
Tην πρώτη χρονιά που ανέλαβα την τεχνική ηγεσία της ομάδας, καταφέραμε να παραμείνουμε στην κατηγορία τις τελευταίες αγωνιστικές. Τη δεύτερη χρονιά κάναμε πορεία πρωταθλητισμού και κατακτήσαμε το κύπελλο Ελλάδος ερασιτεχνών και την τρίτη χρονιά πάλι τερματίσαμε ψηλά, αλλά για διάφορους λόγους η ομάδα δε δήλωσε συμμετοχή στη Δ΄ Εθνική την επόμενη χρονιά. Ήταν όμως μία σοβαρή παρουσία, με συνεπήρε η αγάπη που είχαν αυτοί οι άνθρωποι για την ομάδα και η τιμιότητά τους, ήταν κύριοι στις υποχρεώσεις τους, μέχρι το 2010 όταν και δεν μπορούσαν να βοηθήσουν άλλο, όμως επέλεξαν να αποχωρήσουν με το κεφάλι ψηλά.
H Bολίδα διέθετε εκείνη την εποχή κάποιους πολύ ποιοτικούς παίκτες από την περιοχή, σε αυτούς προστέθηκαν και κάποιοι ακόμη αξιόλογοι Κερκυραίοι ποδοσφαιριστές και δημιουργήθηκε ένα πολύ καλό σύνολο. Αν είχαμε τη στήριξη από όλο το φίλαθλο κοινό του νησιού -την οποία είχαμε μόνο στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδος- θα μπορούσαμε να έχουμε πετύχει ακόμη περισσότερα. Ήμουν τυχερός, το ξαναλέω, είχαμε πολύ καλή συνοχή και δεν είχαμε τίποτα να ζηλέψουμε από ομάδες των παραπάνω κατηγοριών.
Μετά από ένα χρόνο παύσης, ακολούθησε η πορεία σας στον ΑΟ Κασσιώπης. Πείτε μας λίγα λόγια για την παρουσία σας εκεί;
Σταμάτησα διότι ήθελα να αφοσιωθώ στο δίπλωμα της προπονητικής και να βγάλω το UEFA A. Στο Κασσιώπη, βρήκα πολλούς από τους παίκτες που συνεργάστηκα στη Βολίδα, βρήκα και έναν άνθρωπο που και αυτός αγαπούσε πάρα πολύ την ομάδα. Δημιουργήσαμε ένα πολύ καλό σύνολο και στη Δ΄ και στη Γ΄ Εθνική και δίκαια η ομάδα είχε αυτή τη πορεία. Για μένα ήταν πολύ σημαντικό διότι δούλεψα ακόμη πιο επαγγελματικά, σε αυτό βέβαια με βοήθησε πολύ και ο κ. Κουτσούρης.
Στη Γ΄ Εθνική είχαμε ένα σοβαρό πρόβλημα με το γήπεδο, καθώς εμείς παίζαμε σε πλαστικό και οι αντίπαλοι σε φυσικό. Είχαμε αυτή την εναλλαγή που μας έκανε να χάσουμε τη δύναμή μας σε κάποιες εκτός έδρας αναμετρήσεις. Παρ΄ όλα αυτά καταφέραμε να ανεβούμε στη Β΄ Εθνική και ήταν πραγματικά μία πολύ καλή εμπειρία για εμένα. Όλα πήγαν καλά!
Κατόπιν, ακολούθησε η πρώτη σας προπονητική «έξοδος» από την Κέρκυρα, για τον πάγκο της Ερμιονίδας. Πώς ήταν η εμπειρία σας αυτή;
Πραγματικά ήταν μία καινούργια εμπειρία, βρήκα μία ομάδα με πολύ καλή ποιότητα και κάναμε ένα πολύ καλό σερί στη Γ΄ Εθνική, όταν σε 22 αναμετρήσεις κάναμε 20 νίκες, 1 ισοπαλία και 1 ήττα. Αυτό τα λέει όλα. Πραγματικά, ήταν από τις καλύτερες μου στιγμές, ήταν μεγάλη επιτυχία, το ζούσα και μακριά από τους ανθρώπους μου και ήταν διαφορετικό από ότι με τη Βολίδα ή το Κασσιώπη.
Ακολούθησε η πορεία στη Β΄ Εθνική, η οποία ήταν καλή, μία ομάδα από μία μικρή πόλη βρέθηκε να αγωνίζεται κόντρα στην ΑΕΚ, την Παναχαϊκή, τον Απόλλωνα Αθηνών κ.α., ήταν καλά μέχρι που ήρθε η ήττα από τον Απόλλωνα και φύγαμε. Συμβαίνουν αυτά στο ποδόσφαιρο. Ήταν μία πολύ καλή εμπειρία και η Ερμιονίδα θα είναι πάντα στο μυαλό μου.
Επιστρέφουμε στο παρόν, βλέπεται να υπάρχει κοινός παρονομαστής ανάμεσα στο Θιναλιακό και στις προηγούμενες κερκυραϊκές ομάδες που προπονήσατε ή έχουν αλλάξει οι εποχές;
Πλέον, έχουν περάσει τα χρόνια και οι ομάδες είναι διαφορετικές. Αυτό που έχω να πω μετά το πέρασμά μου από τη Βολίδα, το Κασσιώπη, τον Κρόνο και τη Λευκίμμη είναι ότι όλοι όσοι ασχολούμαστε και κυρίως οι διοικούντες πρέπει να προστατέψουν το ποδόσφαιρο και να προσπαθήσουν να φτιάχνουν ομάδες που να έχουν μέλλον. Να επιμένουν σε «δικούς μας» ποδοσφαιριστές που να έχουν ταλέντο και να θέλουν να δουλέψουν. Κοινός παρονομαστής δεν ξέρω αν υπάρχει, διότι όπως ξαναείπα έχουν αλλάξει οι εποχές, αλλά εγώ από την πλευρά μου θα κάνω το καλύτερο για την οικογένεια του Θιναλιακού.
Πιστεύεται ότι ο Θιναλιακός είναι έτοιμος για την επιστροφή του στη Γ΄ Εθνική;
Εάν δε φτιαχτεί το γήπεδο της Αχαράβης θα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Πιστεύω, πώς η ομάδα του Θιναλιακού θα αποκτήσει μεγάλη δύναμη, μόλις ξαναμπεί στο γήπεδο της. Είναι μία από τις ομάδες της βόρειας Κέρκυρας που πρέπει να κάνει σοβαρή δουλειά και όλοι μας από το πόστο που έχει ο καθένας να προσπαθήσουμε να ανεβάσουμε το επίπεδο της περιοχής και πιστεύω ότι μπορούν οι άνθρωποι του Θιναλιακού να το πετύχουν γιατί έχουν όραμα.
Τέλος, με την εμπειρία που έχετε αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια στο χώρο του ποδοσφαίρου, ποια συμβουλή θα δίνατε σε ένα παιδί που τώρα στοχεύει να κάνει το «βήμα παραπάνω»;
Σε οτιδήποτε κάνει, όχι μόνο στο ποδόσφαιρο αλλά σε οποιαδήποτε δραστηριότητα, αν δε δουλέψει δε θα δει αποτέλεσμα. Μόνο αφοσίωση και πολύ δουλειά, όσο ταλέντο και να έχει, μπορεί να πετύχει.
Τέλος, ευχαριστώ παρά πολύ, εύχομαι σε όλους ότι καλύτερο και περισσότερη αφοσίωση στο ποδόσφαιρο από όσους ασχολούνται με αυτό.
Επιμέλεια: Αντώνης Αραβανής